расслабленность - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

расслабленность - translation to πορτογαλικά


расслабленность      
debilidade (f), frouxidão (f) ; {мед.} atonia (f)
debilitação f      
расслабленность
afeminação      
изнеженность, расслабленность

Ορισμός

расслабленность
ж.
1) Отвлеч. сущ. по знач. прил.: расслабленный (2*).
2) Упадок или отсутствие сил, энергии.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για расслабленность
1. Любая расслабленность наказывается незамедлительно.
2. Появилась мимолетная вальяжность, расслабленность.
3. Непонятна расслабленность Соколовой, Добрина, Грязева...
4. Минутная расслабленность обернулась пропущенным голом.
5. Эта расслабленность меня, можно сказать, разозлила.